Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἄποτος
ἀποτράγημα
ἀποτραχηλίζω
ἀποτραχύνω
ἀποτρεπτέον
ἀποτρεπτικός
ἀπότρεπτος
ἀποτρέπω
ἀποτρέφω
ἀποτρέχω
ἀπότρεψις
ἀποτριάζω
ἀποτριβή
ἀποτρίβω
ἀπότριμμα
ἀπότριπτος
ἀποτρίς
ἀποτριτόω
ἀποτρίτωσις
ἀπότριχος
ἀπότριψις
View word page
ἀπότρεψις
aversion
ShortDef
aversion
Debugging
Headword:
ἀπότρεψις
Headword (normalized):
ἀπότρεψις
Headword (normalized/stripped):
αποτρεψις
IDX:
12312
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-12313
Key:
Data
{'content': 'aversion'}