Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀποτείχισμα
ἀποτειχιστέον
ἀποτεκμαίρομαι
ἀποτεκνόομαι
ἀπότεκνος
ἀποτέλειος
ἀποτελειόω
ἀποτελείωσις
ἀποτελέσιμος
ἀποτέλεσις
ἀποτέλεσμα
ἀποτελεσματικός
ἀποτελεσματογραφία
ἀποτελεσματολόγος
ἀποτελεστέον
ἀποτελεστικός
ἀποτελευτάω
ἀποτελεύτησις
ἀποτελέω
ἀποτελωνέομαι
ἀποτεμαχίζω
View word page
ἀποτέλεσμα
full completion

ShortDef

full completion

Debugging

Headword:
ἀποτέλεσμα
Headword (normalized):
ἀποτέλεσμα
Headword (normalized/stripped):
αποτελεσμα
IDX:
12231
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-12232
Key:

Data

{'content': 'full completion'}