Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀπότεισμα
ἀποτειχίζω
ἀποτείχισις
ἀποτείχισμα
ἀποτειχιστέον
ἀποτεκμαίρομαι
ἀποτεκνόομαι
ἀπότεκνος
ἀποτέλειος
ἀποτελειόω
ἀποτελείωσις
ἀποτελέσιμος
ἀποτέλεσις
ἀποτέλεσμα
ἀποτελεσματικός
ἀποτελεσματογραφία
ἀποτελεσματολόγος
ἀποτελεστέον
ἀποτελεστικός
ἀποτελευτάω
ἀποτελεύτησις
View word page
ἀποτελείωσις
bringing to perfertion

ShortDef

bringing to perfertion

Debugging

Headword:
ἀποτελείωσις
Headword (normalized):
ἀποτελείωσις
Headword (normalized/stripped):
αποτελειωσις
IDX:
12228
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-12229
Key:

Data

{'content': 'bringing to perfertion'}