Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀποτείνω
ἀπότεισμα
ἀποτειχίζω
ἀποτείχισις
ἀποτείχισμα
ἀποτειχιστέον
ἀποτεκμαίρομαι
ἀποτεκνόομαι
ἀπότεκνος
ἀποτέλειος
ἀποτελειόω
ἀποτελείωσις
ἀποτελέσιμος
ἀποτέλεσις
ἀποτέλεσμα
ἀποτελεσματικός
ἀποτελεσματογραφία
ἀποτελεσματολόγος
ἀποτελεστέον
ἀποτελεστικός
ἀποτελευτάω
View word page
ἀποτελειόω
bring to maturity

ShortDef

bring to maturity

Debugging

Headword:
ἀποτελειόω
Headword (normalized):
ἀποτελειόω
Headword (normalized/stripped):
αποτελειοω
IDX:
12227
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-12228
Key:

Data

{'content': 'bring to maturity'}