Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀποταυρόομαι
ἀπόταυρος
ἀπόταφος
ἀποτάφρευσις
ἀποταφρεύω
ἀποτέγγω
ἀπότεγμα
ἀποτείνω
ἀπότεισμα
ἀποτειχίζω
ἀποτείχισις
ἀποτείχισμα
ἀποτειχιστέον
ἀποτεκμαίρομαι
ἀποτεκνόομαι
ἀπότεκνος
ἀποτέλειος
ἀποτελειόω
ἀποτελείωσις
ἀποτελέσιμος
ἀποτέλεσις
View word page
ἀποτείχισις
the walling off a town, blockading
ShortDef
the walling off a town, blockading
Debugging
Headword:
ἀποτείχισις
Headword (normalized):
ἀποτείχισις
Headword (normalized/stripped):
αποτειχισις
IDX:
12220
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-12221
Key:
Data
{'content': 'the walling off a town, blockading'}