Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀποταμία
ἀποταμιεύομαι
ἀποτανύω
ἀπόταξις
ἀποταρταρόομαι
ἀπότασις
ἀποτάσσω
ἀποταυρόομαι
ἀπόταυρος
ἀπόταφος
ἀποτάφρευσις
ἀποταφρεύω
ἀποτέγγω
ἀπότεγμα
ἀποτείνω
ἀπότεισμα
ἀποτειχίζω
ἀποτείχισις
ἀποτείχισμα
ἀποτειχιστέον
ἀποτεκμαίρομαι
View word page
ἀποτάφρευσις
circumvallation

ShortDef

circumvallation

Debugging

Headword:
ἀποτάφρευσις
Headword (normalized):
ἀποτάφρευσις
Headword (normalized/stripped):
αποταφρευσις
IDX:
12213
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-12214
Key:

Data

{'content': 'circumvallation'}