Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀποσχολάζω
ἀπόσχολος
ἀποσῴζω
ἀποσωματωσις
ἀποσωρεύω
ἀποταγή
ἀπόταγμα
ἀποτάδην
ἀποτακτέον
ἀποτακτήρ
ἀπότακτος
ἀποταμία
ἀποταμιεύομαι
ἀποτανύω
ἀπόταξις
ἀποταρταρόομαι
ἀπότασις
ἀποτάσσω
ἀποταυρόομαι
ἀπόταυρος
ἀπόταφος
View word page
ἀπότακτος
set apart for a special use
ShortDef
set apart for a special use
Debugging
Headword:
ἀπότακτος
Headword (normalized):
ἀπότακτος
Headword (normalized/stripped):
αποτακτος
IDX:
12202
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-12203
Key:
Data
{'content': 'set apart for a special use'}