Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀπόσχισμα
ἀποσχοινίζω
ἀποσχολάζω
ἀπόσχολος
ἀποσῴζω
ἀποσωματωσις
ἀποσωρεύω
ἀποταγή
ἀπόταγμα
ἀποτάδην
ἀποτακτέον
ἀποτακτήρ
ἀπότακτος
ἀποταμία
ἀποταμιεύομαι
ἀποτανύω
ἀπόταξις
ἀποταρταρόομαι
ἀπότασις
ἀποτάσσω
ἀποταυρόομαι
View word page
ἀποτακτέον
one must exclude

ShortDef

one must exclude

Debugging

Headword:
ἀποτακτέον
Headword (normalized):
ἀποτακτέον
Headword (normalized/stripped):
αποτακτεον
IDX:
12200
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-12201
Key:

Data

{'content': 'one must exclude'}