Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀποσφαίρισις
ἀποσφαιρόω
ἀποσφακελίζω
ἀποσφακέλισις
ἀποσφάλλω
ἀποσφαλμάω
ἀποσφάξ
ἀποσφενδονάω
ἀποσφενδόνητος
ἀποσφηκόω
ἀποσφήλωσις
ἀποσφηνόω
ἀποσφήνωμα
ἀποσφήνωσις
ἀποσφίγγω
ἀπόσφιγξις
ἀποσφραγίζω
ἀποσφράγισμα
ἀποσφραγιστής
ἀποσφραίνω
ἀποσφραντέον
View word page
ἀποσφήλωσις
failure

ShortDef

failure

Debugging

Headword:
ἀποσφήλωσις
Headword (normalized):
ἀποσφήλωσις
Headword (normalized/stripped):
αποσφηλωσις
IDX:
12165
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-12166
Key:

Data

{'content': 'failure'}