Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀποστράπτω
ἀποστρατεύομαι
ἀποστράτηγος
ἀποστρατοπεδεύομαι
ἀποστρεβαλόομαι
ἀποστρεπτικός
ἀπόστρεπτος
ἀποστρέφω
ἀποστροφή
ἀποστροφία
ἀπόστροφος
ἀποστρυθάομαι
ἀποστρώννυμι
ἀποστυγέω
ἀποστύγησις
ἀποστυπάζω
ἀποστυφελίζω
ἀποστύφω
ἀποσυγχωρέω
ἀποσυκάζω
ἀποσυλάω
View word page
ἀπόστροφος
turned away

ShortDef

turned away

Debugging

Headword:
ἀπόστροφος
Headword (normalized):
ἀπόστροφος
Headword (normalized/stripped):
αποστροφος
IDX:
12125
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-12126
Key:

Data

{'content': 'turned away'}