Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀποστρακίζω
ἀποστρακόομαι
ἀποστράπτω
ἀποστρατεύομαι
ἀποστράτηγος
ἀποστρατοπεδεύομαι
ἀποστρεβαλόομαι
ἀποστρεπτικός
ἀπόστρεπτος
ἀποστρέφω
ἀποστροφή
ἀποστροφία
ἀπόστροφος
ἀποστρυθάομαι
ἀποστρώννυμι
ἀποστυγέω
ἀποστύγησις
ἀποστυπάζω
ἀποστυφελίζω
ἀποστύφω
ἀποσυγχωρέω
View word page
ἀποστροφή
a turning back
ShortDef
a turning back
Debugging
Headword:
ἀποστροφή
Headword (normalized):
ἀποστροφή
Headword (normalized/stripped):
αποστροφη
IDX:
12123
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-12124
Key:
Data
{'content': 'a turning back'}