Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀποστηματίας
ἀποστηματικός
ἀποστηματώδης
ἀποστήριγμα
ἀποστηρίζομαι
ἀποστήριξις
ἀποστιβής
ἀποστίζω
ἀποστιλβόω
ἀποστίλβω
ἀπόστιλψις
ἀποστλεγγίζω
ἀποστλέγγισμα
ἀποστολεύς
ἀποστολή
ἀποστολικός
ἀποστολιμαῖος
ἀποστόλιον
ἀπόστολος
ἀποστοματίζω
ἀποστομίζω
View word page
ἀπόστιλψις
emission of light

ShortDef

emission of light

Debugging

Headword:
ἀπόστιλψις
Headword (normalized):
ἀπόστιλψις
Headword (normalized/stripped):
αποστιλψις
IDX:
12096
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-12097
Key:

Data

{'content': 'emission of light'}