Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀποστέγασσις
ἀποστεγνόω
ἀποστέγω
ἀποστείχω
ἀποστέλλω
ἀποστενοχωρέω
ἀποστενόω
ἀποστένω
ἀποστένωσις
ἀποστενωτικός
ἀποστεπτικός
ἀποστέργω
ἀποστερεόω
ἀποστερέω
ἀποστέρησις
ἀποστερητέον
ἀποστερητής
ἀποστερητικός
ἀποστερητρίς
ἀποστερίζω
ἀποστερίσκω
View word page
ἀποστεπτικός
of or for discrowning

ShortDef

of or for discrowning

Debugging

Headword:
ἀποστεπτικός
Headword (normalized):
ἀποστεπτικός
Headword (normalized/stripped):
αποστεπτικος
IDX:
12071
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-12072
Key:

Data

{'content': 'of or for discrowning'}