Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀπόσκηνος
ἀποσκηνόω
ἀποσκήπτω
ἀπόσκηψις
ἀποσκιάζω
ἀποσκίασμα
ἀποσκιασμός
ἀποσκίδνημι
ἀποσκίμπτω
ἀποσκίρρωμα
ἀποσκιρτάω
ἀποσκλῆναι
ἀπόσκληρος
ἀποσκληρύνω
ἀπόσκλησις
ἀποσκνίπτω
ἀποσκνιφόω
ἀποσκολοπίζω
ἀποσκολύπτω
ἀποσκοπέω
ἀποσκόπιος
View word page
ἀποσκιρτάω
skip away
ShortDef
skip away
Debugging
Headword:
ἀποσκιρτάω
Headword (normalized):
ἀποσκιρτάω
Headword (normalized/stripped):
αποσκιρταω
IDX:
11966
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-11967
Key:
Data
{'content': 'skip away'}