Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀποσκεπτέος
ἀποσκέπω
ἀποσκευάζω
ἀποσκευή
ἀπόσκημμα
ἀποσκηνέω
ἀπόσκηνος
ἀποσκηνόω
ἀποσκήπτω
ἀπόσκηψις
ἀποσκιάζω
ἀποσκίασμα
ἀποσκιασμός
ἀποσκίδνημι
ἀποσκίμπτω
ἀποσκίρρωμα
ἀποσκιρτάω
ἀποσκλῆναι
ἀπόσκληρος
ἀποσκληρύνω
ἀπόσκλησις
View word page
ἀποσκιάζω
to cast a shadow

ShortDef

to cast a shadow

Debugging

Headword:
ἀποσκιάζω
Headword (normalized):
ἀποσκιάζω
Headword (normalized/stripped):
αποσκιαζω
IDX:
11960
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-11961
Key:

Data

{'content': 'to cast a shadow'}