Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀποσκεπτέον
ἀποσκεπτέος
ἀποσκέπω
ἀποσκευάζω
ἀποσκευή
ἀπόσκημμα
ἀποσκηνέω
ἀπόσκηνος
ἀποσκηνόω
ἀποσκήπτω
ἀπόσκηψις
ἀποσκιάζω
ἀποσκίασμα
ἀποσκιασμός
ἀποσκίδνημι
ἀποσκίμπτω
ἀποσκίρρωμα
ἀποσκιρτάω
ἀποσκλῆναι
ἀπόσκληρος
ἀποσκληρύνω
View word page
ἀπόσκηψις
determination
ShortDef
determination
Debugging
Headword:
ἀπόσκηψις
Headword (normalized):
ἀπόσκηψις
Headword (normalized/stripped):
αποσκηψις
IDX:
11959
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-11960
Key:
Data
{'content': 'determination'}