Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀποσιτία
ἀποσιτικός
ἀποσιτίξομαι
ἀπόσιτος
ἀποσιωπάω
ἀποσιώπησις
ἀποσκάλλω
ἀποσκάπτω
ἀποσκεδάννυμι
ἀποσκεπάζω
ἀποσκεπαρνισμός
ἀποσκεπτέον
ἀποσκεπτέος
ἀποσκέπω
ἀποσκευάζω
ἀποσκευή
ἀπόσκημμα
ἀποσκηνέω
ἀπόσκηνος
ἀποσκηνόω
ἀποσκήπτω
View word page
ἀποσκεπαρνισμός
chipping off with an adze
ShortDef
chipping off with an adze
Debugging
Headword:
ἀποσκεπαρνισμός
Headword (normalized):
ἀποσκεπαρνισμός
Headword (normalized/stripped):
αποσκεπαρνισμος
IDX:
11948
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-11949
Key:
Data
{'content': 'chipping off with an adze'}