Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀποσίγησις
ἀποσιμόω
ἀποσίμωσις
ἀποσιτέω
ἀποσιτία
ἀποσιτικός
ἀποσιτίξομαι
ἀπόσιτος
ἀποσιωπάω
ἀποσιώπησις
ἀποσκάλλω
ἀποσκάπτω
ἀποσκεδάννυμι
ἀποσκεπάζω
ἀποσκεπαρνισμός
ἀποσκεπτέον
ἀποσκεπτέος
ἀποσκέπω
ἀποσκευάζω
ἀποσκευή
ἀπόσκημμα
View word page
ἀποσκάλλω
scratch, scrape off

ShortDef

scratch, scrape off

Debugging

Headword:
ἀποσκάλλω
Headword (normalized):
ἀποσκάλλω
Headword (normalized/stripped):
αποσκαλλω
IDX:
11944
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-11945
Key:

Data

{'content': 'scratch, scrape off'}