Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀποσημάντωρ
ἀποσημειόομαι
ἀποσημείωσις
ἀποσήπομαι
ἀπόσηψις
ἀποσιγάω
ἀποσίγησις
ἀποσιμόω
ἀποσίμωσις
ἀποσιτέω
ἀποσιτία
ἀποσιτικός
ἀποσιτίξομαι
ἀπόσιτος
ἀποσιωπάω
ἀποσιώπησις
ἀποσκάλλω
ἀποσκάπτω
ἀποσκεδάννυμι
ἀποσκεπάζω
ἀποσκεπαρνισμός
View word page
ἀποσιτία
aversion to food, want of appetite

ShortDef

aversion to food, want of appetite

Debugging

Headword:
ἀποσιτία
Headword (normalized):
ἀποσιτία
Headword (normalized/stripped):
αποσιτια
IDX:
11938
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-11939
Key:

Data

{'content': 'aversion to food, want of appetite'}