Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀποσηκόω
ἀποσημαίνω
ἀποσημάντωρ
ἀποσημειόομαι
ἀποσημείωσις
ἀποσήπομαι
ἀπόσηψις
ἀποσιγάω
ἀποσίγησις
ἀποσιμόω
ἀποσίμωσις
ἀποσιτέω
ἀποσιτία
ἀποσιτικός
ἀποσιτίξομαι
ἀπόσιτος
ἀποσιωπάω
ἀποσιώπησις
ἀποσκάλλω
ἀποσκάπτω
ἀποσκεδάννυμι
View word page
ἀποσίμωσις
turning

ShortDef

turning

Debugging

Headword:
ἀποσίμωσις
Headword (normalized):
ἀποσίμωσις
Headword (normalized/stripped):
αποσιμωσις
IDX:
11936
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-11937
Key:

Data

{'content': 'turning'}