Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀποσάττω
ἀποσαφέω
ἀποσβέννυμι
ἀπόσβεσις
ἀποσειρόω
ἀπόσεισις
ἀποσείω
ἀποσεμνύνω
ἀποσεύομαι
ἀποσεύω
ἀποσήθω
ἀποσηκόω
ἀποσημαίνω
ἀποσημάντωρ
ἀποσημειόομαι
ἀποσημείωσις
ἀποσήπομαι
ἀπόσηψις
ἀποσιγάω
ἀποσίγησις
ἀποσιμόω
View word page
ἀποσήθω
sift off, separate by sifting

ShortDef

sift off, separate by sifting

Debugging

Headword:
ἀποσήθω
Headword (normalized):
ἀποσήθω
Headword (normalized/stripped):
αποσηθω
IDX:
11925
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-11926
Key:

Data

{'content': 'sift off, separate by sifting'}