Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀπόρρυψις
ἀπορρώξ
ἀπορύσσω
ἀπορφανίζω
ἀπόρφυρος
ἀπορχέομαι
ἀποσαλεύω
ἀποσάττω
ἀποσαφέω
ἀποσβέννυμι
ἀπόσβεσις
ἀποσειρόω
ἀπόσεισις
ἀποσείω
ἀποσεμνύνω
ἀποσεύομαι
ἀποσεύω
ἀποσήθω
ἀποσηκόω
ἀποσημαίνω
ἀποσημάντωρ
View word page
ἀπόσβεσις
extinction
ShortDef
extinction
Debugging
Headword:
ἀπόσβεσις
Headword (normalized):
ἀπόσβεσις
Headword (normalized/stripped):
αποσβεσις
IDX:
11918
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-11919
Key:
Data
{'content': 'extinction'}