Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀπόρρησις
ἀπορρητέον
ἀπόρρητος
ἀπόρρηψμα
ἀπορριγέω
ἀπορριγόω
ἀπορριζόω
ἀπορρινάω
ἀπορρινήματα
ἀπορριπίζω
ἀπορριπτέον
ἀπόρριπτος
ἀπορρίπτω
ἀπορριφή
ἀπορρίψιμος
ἀπόρριψις
ἀπορροή
ἀπόρροια
ἀπορροιβδέω
ἀπόρροος
ἀπορροφέω
View word page
ἀπορριπτέον
one must reject, cast aside

ShortDef

one must reject, cast aside

Debugging

Headword:
ἀπορριπτέον
Headword (normalized):
ἀπορριπτέον
Headword (normalized/stripped):
απορριπτεον
IDX:
11892
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-11893
Key:

Data

{'content': 'one must reject, cast aside'}