Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀποπροφεύγω
ἀποπρωΐ
ἀποπτάω
ἀποπτερνίζω
ἀποπτερυγίζομαι
ἀποπτερυγόομαι
ἀποπτεύω
ἀπόπτισμα
ἀποπτίσσω
ἀποπτοέω
ἄποπτος
ἀπόπτυγμα
ἀποπτύρω
ἀπόπτυσμα
ἀποπτύσσω
ἀποπτυστήρ
ἀπόπτυστος
ἀποπτύω
ἀπόπτωμα
ἀπόπτωσις
ἀποπυδαρίζω
View word page
ἄποπτος
out of sight of, far away from

ShortDef

out of sight of, far away from

Debugging

Headword:
ἄποπτος
Headword (normalized):
ἄποπτος
Headword (normalized/stripped):
αποπτος
IDX:
11812
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-11813
Key:

Data

{'content': 'out of sight of, far away from'}