Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀπόπροθι
ἀποπροθορεῖν
ἀποπροΐημι
ἀποπροικίζω
ἀποπρολείπω
ἀποπρονοσφίζω
ἀποπροσποιέομαι
ἀποπροσωπίζομαι
ἀποπροτέμνω
ἀποπροφεύγω
ἀποπρωΐ
ἀποπτάω
ἀποπτερνίζω
ἀποπτερυγίζομαι
ἀποπτερυγόομαι
ἀποπτεύω
ἀπόπτισμα
ἀποπτίσσω
ἀποπτοέω
ἄποπτος
ἀπόπτυγμα
View word page
ἀποπρωΐ
early

ShortDef

early

Debugging

Headword:
ἀποπρωΐ
Headword (normalized):
ἀποπρωΐ
Headword (normalized/stripped):
αποπρωι
IDX:
11803
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-11804
Key:

Data

{'content': 'early'}