Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀποπρό
ἀποπροάγω
ἀποπροαιρέω
ἀποπροβάλλω
ἀπόπροθε
ἀποπροθέω
ἀπόπροθι
ἀποπροθορεῖν
ἀποπροΐημι
ἀποπροικίζω
ἀποπρολείπω
ἀποπρονοσφίζω
ἀποπροσποιέομαι
ἀποπροσωπίζομαι
ἀποπροτέμνω
ἀποπροφεύγω
ἀποπρωΐ
ἀποπτάω
ἀποπτερνίζω
ἀποπτερυγίζομαι
ἀποπτερυγόομαι
View word page
ἀποπρολείπω
leave far behind

ShortDef

leave far behind

Debugging

Headword:
ἀποπρολείπω
Headword (normalized):
ἀποπρολείπω
Headword (normalized/stripped):
αποπρολειπω
IDX:
11797
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-11798
Key:

Data

{'content': 'leave far behind'}