Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀποπρηνίζω
ἀποπρίασθαι
ἀπόπρισις
ἀπόπρισμα
ἀποπριστέον
ἀποπρίω
ἀποπρό
ἀποπροάγω
ἀποπροαιρέω
ἀποπροβάλλω
ἀπόπροθε
ἀποπροθέω
ἀπόπροθι
ἀποπροθορεῖν
ἀποπροΐημι
ἀποπροικίζω
ἀποπρολείπω
ἀποπρονοσφίζω
ἀποπροσποιέομαι
ἀποπροσωπίζομαι
ἀποπροτέμνω
View word page
ἀπόπροθε
from afar, afar off, far away
ShortDef
from afar, afar off, far away
Debugging
Headword:
ἀπόπροθε
Headword (normalized):
ἀπόπροθε
Headword (normalized/stripped):
αποπροθε
IDX:
11791
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-11792
Key:
Data
{'content': 'from afar, afar off, far away'}