Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀποπολεμέω
ἀπόπολις
ἀποπολιτεύω
ἀποπομπαῖος
ἀποπομπή
ἀποπονέω
ἀποποντόω
ἀποπορδή
ἀποπορεία
ἀποπορεύομαι
ἀποπορευτέα
ἀποπορπάω
ἀπόπραμα
ἀποπράσσω
ἀποπρατίζομαι
ἀποπραΰνω
ἀποπρεσβεία
ἀποπρεσβεύω
ἀποπρηνίζω
ἀποπρίασθαι
ἀπόπρισις
View word page
ἀποπορευτέα
one must go away

ShortDef

one must go away

Debugging

Headword:
ἀποπορευτέα
Headword (normalized):
ἀποπορευτέα
Headword (normalized/stripped):
αποπορευτεα
IDX:
11773
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-11774
Key:

Data

{'content': 'one must go away'}