Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀποπνέω
ἀποπνίγω
ἀποπνοή
ἀποποιέω
ἀποποίησις
ἀποπολεμέω
ἀπόπολις
ἀποπολιτεύω
ἀποπομπαῖος
ἀποπομπή
ἀποπονέω
ἀποποντόω
ἀποπορδή
ἀποπορεία
ἀποπορεύομαι
ἀποπορευτέα
ἀποπορπάω
ἀπόπραμα
ἀποπράσσω
ἀποπρατίζομαι
ἀποπραΰνω
View word page
ἀποπονέω
finish a work

ShortDef

finish a work

Debugging

Headword:
ἀποπονέω
Headword (normalized):
ἀποπονέω
Headword (normalized/stripped):
αποπονεω
IDX:
11768
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-11769
Key:

Data

{'content': 'finish a work'}