Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀπόπλανος
ἀποπλάσσομαι
ἀποπλάστωπ
ἀποπλείω
ἀποπλέκω
ἀποπλευστέον
ἀποπλέω
ἀποπληκτεύομαι
ἀποπληκτικός
ἀπόπληκτος
ἀποπληξία
ἀποπλήξιος
ἀποπληρόω
ἀποπλήρωσις
ἀποπληρωτής
ἀποπληρωτικός
ἀποπλήσσω
ἀποπλίσσομαι
ἀποπλοκή
ἀπόπλοος
ἀπόπλοος2
View word page
ἀποπληξία
madness

ShortDef

madness

Debugging

Headword:
ἀποπληξία
Headword (normalized):
ἀποπληξία
Headword (normalized/stripped):
αποπληξια
IDX:
11739
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-11740
Key:

Data

{'content': 'madness'}