Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀποπιδύω
ἀποπιέζω
ἀποπίεσις
ἀποπίεσμα
ἀποπίμπλημι
ἀποπινόω
ἀποπίνω
ἀποπιπράσκω
ἀποπίπτω
ἀπόπισθεν
ἀποπιστεύω
ἀποπλάζω
ἀποπλανάω
ἀποπλάνημα
ἀποπλάνησις
ἀποπλανίας
ἀπόπλανος
ἀποπλάσσομαι
ἀποπλάστωπ
ἀποπλείω
ἀποπλέκω
View word page
ἀποπιστεύω
to trust fully, rely on

ShortDef

to trust fully, rely on

Debugging

Headword:
ἀποπιστεύω
Headword (normalized):
ἀποπιστεύω
Headword (normalized/stripped):
αποπιστευω
IDX:
11723
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-11724
Key:

Data

{'content': 'to trust fully, rely on'}