Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀποπέρνημι
ἀποπερονάω
ἀποπετάννυμι
ἀποπέτομαι
ἀποπεφασμένως
ἀποπήγνυμι
ἀποπηδάω
ἀποπήδησις
ἀποπηνίζομαι
ἀποπήσσω
ἀποπιδύω
ἀποπιέζω
ἀποπίεσις
ἀποπίεσμα
ἀποπίμπλημι
ἀποπινόω
ἀποπίνω
ἀποπιπράσκω
ἀποπίπτω
ἀπόπισθεν
ἀποπιστεύω
View word page
ἀποπιδύω
ooze out, spread
ShortDef
ooze out, spread
Debugging
Headword:
ἀποπιδύω
Headword (normalized):
ἀποπιδύω
Headword (normalized/stripped):
αποπιδυω
IDX:
11713
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-11714
Key:
Data
{'content': 'ooze out, spread'}