Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀποπενθέω
ἀποπεραίνω
ἀποπεραιόω
ἀποπεράτωσις
ἀποπεράω
ἀποπέρδομαι
ἀποπερισπάω
ἀποπερκόομαι
ἀποπέρνημι
ἀποπερονάω
ἀποπετάννυμι
ἀποπέτομαι
ἀποπεφασμένως
ἀποπήγνυμι
ἀποπηδάω
ἀποπήδησις
ἀποπηνίζομαι
ἀποπήσσω
ἀποπιδύω
ἀποπιέζω
ἀποπίεσις
View word page
ἀποπετάννυμι
spread out
ShortDef
spread out
Debugging
Headword:
ἀποπετάννυμι
Headword (normalized):
ἀποπετάννυμι
Headword (normalized/stripped):
αποπεταννυμι
IDX:
11705
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-11706
Key:
Data
{'content': 'spread out'}