Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀπομηρυκάομαι
ἀπομηρύομαι
ἀπομιμέομαι
ἀπομίμημα
ἀπομίμησις
ἀπομιμνῄσκομαι
ἀπομίμνω
ἀπομίσγομαι
ἀπόμισθος
ἀπομισθόω
ἀπομιτρόω
ἀπομνημόνευμα
ἀπομνημόνευσις
ἀπομνημονεύω
ἀπομνησικακέω
ἀπόμνυμι
ἀπομνύω
ἀπόμοιρα
ἀπομοιράομαι
ἀπομοίρια
ἀπόμοιρος
View word page
ἀπομιτρόω
take away the mitre

ShortDef

take away the mitre

Debugging

Headword:
ἀπομιτρόω
Headword (normalized):
ἀπομιτρόω
Headword (normalized/stripped):
απομιτροω
IDX:
11544
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-11545
Key:

Data

{'content': 'take away the mitre'}