Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀπομειουρίζω
ἀπομειουρισμός
ἀπομειόω
ἀπομείρομαι
ἀπομελαίνομαι
ἀπόμελι
ἀπομελίζω
ἀπομέμφομαι
ἀπομένω
ἀπομερίζω
ἀπομεριμνάω
ἀπομερισμός
ἀπομερμηρίζω
ἀπομεστόομαι
ἀπομετρέω
ἀπομέτρημα
ἀπομέτρησις
ἀπόμετρον
ἀπομήκης
ἀπομηκύνω
ἀπομηνίω
View word page
ἀπομεριμνάω
rest from labour

ShortDef

rest from labour

Debugging

Headword:
ἀπομεριμνάω
Headword (normalized):
ἀπομεριμνάω
Headword (normalized/stripped):
απομεριμναω
IDX:
11523
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-11524
Key:

Data

{'content': 'rest from labour'}