Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀπολοχμόομαι
ἀπόλυμα
ἀπολυμαίνομαι
ἀπολυμαντήρ
ἀπολυπραγμόνητος
ἀπολυπράγμων
ἄπολυς
ἀπολυσίδιον
ἀπολύσιμος
ἀπόλυσις
ἀπολυτέον
ἀπολυτικός
ἀπόλυτος
ἀπολυτρόω
ἀπολύτρωσις
ἀπολυτρωτικός
ἀπολύω
ἀπολυώρητος
ἀπολωβάω
ἀπολωτίζω
ἀπολωφάω
View word page
ἀπολυτέον
one must acquit
ShortDef
one must acquit
Debugging
Headword:
ἀπολυτέον
Headword (normalized):
ἀπολυτέον
Headword (normalized/stripped):
απολυτεον
IDX:
11471
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-11472
Key:
Data
{'content': 'one must acquit'}