Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀπόλοιπος
ἀπολοπίζω
ἄπολος
ἀπολούομαι
ἀπόλουσις
ἀπολούτριος
ἀπολούω
ἀπολοφύρομαι
ἀπολόφυρσις
ἀπολοχμόομαι
ἀπόλυμα
ἀπολυμαίνομαι
ἀπολυμαντήρ
ἀπολυπραγμόνητος
ἀπολυπράγμων
ἄπολυς
ἀπολυσίδιον
ἀπολύσιμος
ἀπόλυσις
ἀπολυτέον
ἀπολυτικός
View word page
ἀπόλυμα
filth

ShortDef

filth

Debugging

Headword:
ἀπόλυμα
Headword (normalized):
ἀπόλυμα
Headword (normalized/stripped):
απολυμα
IDX:
11462
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-11463
Key:

Data

{'content': 'filth'}