Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀπολοιδορέω
ἀπολοιπασία
ἀπόλοιπος
ἀπολοπίζω
ἄπολος
ἀπολούομαι
ἀπόλουσις
ἀπολούτριος
ἀπολούω
ἀπολοφύρομαι
ἀπολόφυρσις
ἀπολοχμόομαι
ἀπόλυμα
ἀπολυμαίνομαι
ἀπολυμαντήρ
ἀπολυπραγμόνητος
ἀπολυπράγμων
ἄπολυς
ἀπολυσίδιον
ἀπολύσιμος
ἀπόλυσις
View word page
ἀπολόφυρσις
lamentation
ShortDef
lamentation
Debugging
Headword:
ἀπολόφυρσις
Headword (normalized):
ἀπολόφυρσις
Headword (normalized/stripped):
απολοφυρσις
IDX:
11460
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-11461
Key:
Data
{'content': 'lamentation'}