Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀδιάσκοπος
ἀδιάσπαστος
ἀδιάσταλτος
ἀδιαστασία
ἀδιάστατος
ἀδιάστικτος
ἀδιάστολος
ἀδιάστομος
ἀδιαστρέπτως
ἀδιάστροφος
ἀδιάσφαλτος
ἀδιάσχιστος
ἀδιάσωστος
ἀδιάτακτος
ἀδιάτμητος
ἀδιάτρεπτος
ἀδιατρεψία
ἀδιατύπωτος
ἀδίαυλος
ἀδιάφθαρτος
ἀδιαφθορία
View word page
ἀδιάσφαλτος
free from error
ShortDef
free from error
Debugging
Headword:
ἀδιάσφαλτος
Headword (normalized):
ἀδιάσφαλτος
Headword (normalized/stripped):
αδιασφαλτος
IDX:
1145
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-1146
Key:
Data
{'content': 'free from error'}