Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀπολογητέον
ἀπολογητέος
ἀπολογητικός
ἀπολογία
ἀπολογίζομαι
ἀπολογισμός
ἀπολογιστής
ἀπόλογος
ἀπολοιδορέω
ἀπολοιπασία
ἀπόλοιπος
ἀπολοπίζω
ἄπολος
ἀπολούομαι
ἀπόλουσις
ἀπολούτριος
ἀπολούω
ἀπολοφύρομαι
ἀπολόφυρσις
ἀπολοχμόομαι
ἀπόλυμα
View word page
ἀπόλοιπος
remaining over, left behind

ShortDef

remaining over, left behind

Debugging

Headword:
ἀπόλοιπος
Headword (normalized):
ἀπόλοιπος
Headword (normalized/stripped):
απολοιπος
IDX:
11452
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-11453
Key:

Data

{'content': 'remaining over, left behind'}