Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀδιασκέδαστος
ἀδιασκέπτως
ἀδιάσκευος
ἀδιάσκοπος
ἀδιάσπαστος
ἀδιάσταλτος
ἀδιαστασία
ἀδιάστατος
ἀδιάστικτος
ἀδιάστολος
ἀδιάστομος
ἀδιαστρέπτως
ἀδιάστροφος
ἀδιάσφαλτος
ἀδιάσχιστος
ἀδιάσωστος
ἀδιάτακτος
ἀδιάτμητος
ἀδιάτρεπτος
ἀδιατρεψία
ἀδιατύπωτος
View word page
ἀδιάστομος
not currently named

ShortDef

not currently named

Debugging

Headword:
ἀδιάστομος
Headword (normalized):
ἀδιάστομος
Headword (normalized/stripped):
αδιαστομος
IDX:
1142
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-1143
Key:

Data

{'content': 'not currently named'}