Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀποληπτικός
ἀποληρέω
ἀπόληψις
ἀπολιβάζω
ἀπολιγαίνω
ἀπολιγωρέω
ἀπολιθόω
ἀπολίθωσις
ἀπολιμνόομαι
ἀπολιμπάνω
ἀπολινόω
ἀπολίνωσις
ἀπολιόρκητος
ἀπολιπαίνω
ἄπολις
ἀπολισθάνω
ἀπολίσθησις
ἀπολιταργίζω
ἀπολίτευτος
ἀπολιτικός
ἀπολιχμάομαι
View word page
ἀπολινόω
tie up with a thread

ShortDef

tie up with a thread

Debugging

Headword:
ἀπολινόω
Headword (normalized):
ἀπολινόω
Headword (normalized/stripped):
απολινοω
IDX:
11414
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-11415
Key:

Data

{'content': 'tie up with a thread'}