Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀπόλεμμα
ἀπόλεμος
ἀπολεοντόομαι
ἀπολεπιδόομαι
ἀπολεπίζω
ἀπολέπισμα
ἀπολεπτύνω
ἀπολεπτυσμός
ἀπολέπω
ἀπολευκαίνω
ἀπόληγμα
ἀπολήγω
ἀποληκέω
ἀπόληξις
ἀποληπτέον
ἀποληπτικός
ἀποληρέω
ἀπόληψις
ἀπολιβάζω
ἀπολιγαίνω
ἀπολιγωρέω
View word page
ἀπόληγμα
skirt, hem
ShortDef
skirt, hem
Debugging
Headword:
ἀπόληγμα
Headword (normalized):
ἀπόληγμα
Headword (normalized/stripped):
αποληγμα
IDX:
11399
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-11400
Key:
Data
{'content': 'skirt, hem'}