Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀποκωλύω
ἀποκωφόομαι
ἀπολάβειον
ἀπολαγαίω
ἀπολάγαξις
ἀπολαγνεύω
ἀπολαγχάνω
ἀπολάζυμαι
ἀπολαΐζομαι
ἀπολάκημα
ἀπολακτίζω
ἀπολάκτισμα
ἀπολακτισμός
ἀπολαλέω
ἀπολαμβάνω
ἀπολαμπρύνω
ἀπολάμπω
ἀπολάπτω
ἀπόλαυσις
ἀπόλαυσμα
ἀπολαυστέον
View word page
ἀπολακτίζω
to kick off
ShortDef
to kick off
Debugging
Headword:
ἀπολακτίζω
Headword (normalized):
ἀπολακτίζω
Headword (normalized/stripped):
απολακτιζω
IDX:
11362
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-11363
Key:
Data
{'content': 'to kick off'}