Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀποκρυφή
ἀπόκρυφος
ἀπόκρυψις
ἀποκτάομαι
ἀποκτείνω
ἀπόκτησις
ἀποκτίννυμι
ἀπόκτισις
ἀποκτυπέω
ἀποκυαμεύω
ἀποκυβεύω
ἀποκυβιστάω
ἀποκυδαίνω
ἀποκυέω
ἀποκύησις
ἀποκυητικός
ἀποκυΐσκω
ἀποκύλισμα
ἀποκυλίω
ἀποκυματίζω
ἀπόκυνον
View word page
ἀποκυβεύω
run hazard

ShortDef

run hazard

Debugging

Headword:
ἀποκυβεύω
Headword (normalized):
ἀποκυβεύω
Headword (normalized/stripped):
αποκυβευω
IDX:
11333
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-11334
Key:

Data

{'content': 'run hazard'}