Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀδιάπνευστος
ἀδιαπόνητος
ἀδιαπόρευτος
ἀδιαπτωσία
ἀδιάπτωτος
ἀδιάρθρωτος
ἀδιαρίπιστος
ἀδιάρρευστος
ἀδιάρρηκτος
ἀδιάρροια
ἀδιάσειστος
ἀδιασκέδαστος
ἀδιασκέπτως
ἀδιάσκευος
ἀδιάσκοπος
ἀδιάσπαστος
ἀδιάσταλτος
ἀδιαστασία
ἀδιάστατος
ἀδιάστικτος
ἀδιάστολος
View word page
ἀδιάσειστος
not shaken about

ShortDef

not shaken about

Debugging

Headword:
ἀδιάσειστος
Headword (normalized):
ἀδιάσειστος
Headword (normalized/stripped):
αδιασειστος
IDX:
1131
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-1132
Key:

Data

{'content': 'not shaken about'}