Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀποκρημνόω
ἀποκριδόν
ἀπόκριμα
ἀποκρίνω
ἀποκρισιάριος
ἀπόκρισις
ἀποκριτέον
ἀποκριτέος
ἀποκριτικός
ἀπόκριτος
ἀποκροτέω
ἀποκρότημα
ἀπόκροτος
ἀποκρουνίζω
ἀπόκρουσις
ἀποκρουστέον
ἀποκρουστικός
ἀπόκρουστος
ἀποκρούω
ἀποκρυβή
ἀποκρύπτω
View word page
ἀποκροτέω
snap the fingers
ShortDef
snap the fingers
Debugging
Headword:
ἀποκροτέω
Headword (normalized):
ἀποκροτέω
Headword (normalized/stripped):
αποκροτεω
IDX:
11311
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-11312
Key:
Data
{'content': 'snap the fingers'}