Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀποκραδίζω
ἀποκράδιος
ἀποκράζω
ἀποκραιπαλάω
ἀποκραιπαλισμός
ἀποκρανίζω
ἀποκρατέω
ἀποκρέμαμαι
ἀποκρεμάννυμι
ἀποκρέμασις
ἀποκρεμαστός
ἀποκρεμής
ἀποκρημνίζω
ἀπόκρημνος
ἀποκρημνόω
ἀποκριδόν
ἀπόκριμα
ἀποκρίνω
ἀποκρισιάριος
ἀπόκρισις
ἀποκριτέον
View word page
ἀποκρεμαστός
hanging from

ShortDef

hanging from

Debugging

Headword:
ἀποκρεμαστός
Headword (normalized):
ἀποκρεμαστός
Headword (normalized/stripped):
αποκρεμαστος
IDX:
11297
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-11298
Key:

Data

{'content': 'hanging from'}