Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀποκληρωτικός
ἀπόκλητος
ἀπόκλιμα
ἀποκλιμάκωσις
ἀποκλινής
ἀποκλίνω
ἀπόκλισις
ἀποκλιτέον
ἀπόκλιτος
ἀποκλύζω
ἀπόκλυσις
ἀποκμητέον
ἀπόκναισις
ἀποκναίω
ἀποκνέω
ἀπόκνησις
ἀποκνίζω
ἀπόκνισις
ἀπόκνισμα
ἀποκογχίζω
ἀποκοιμάομαι
View word page
ἀπόκλυσις
washing off

ShortDef

washing off

Debugging

Headword:
ἀπόκλυσις
Headword (normalized):
ἀπόκλυσις
Headword (normalized/stripped):
αποκλυσις
IDX:
11237
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-11238
Key:

Data

{'content': 'washing off'}