Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀποκαμπτός
ἀποκάμπτω
ἀπόκαμψις
ἀποκαπνίζω
ἀποκαπνισμός
ἀποκαπύω
ἀποκαραδοκέω
ἀποκαραδοκία
ἀποκαρατομέω
ἀποκαρδιουργέω
ἀπόκαρμα
ἀποκαρόω
ἀποκαρπίζω
ἀποκαρπόω
ἀποκαρτέον
ἀποκαρτερέω
ἀποκαρτέρησις
ἀποκαρτερητέον
ἀποκαρφόομαι
ἀποκαταβαίνω
ἀποκάταγμα
View word page
ἀπόκαρμα
hair-clippings
ShortDef
hair-clippings
Debugging
Headword:
ἀπόκαρμα
Headword (normalized):
ἀπόκαρμα
Headword (normalized/stripped):
αποκαρμα
IDX:
11134
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-11135
Key:
Data
{'content': 'hair-clippings'}